Το Διάταγμα του Νικολάου Β΄ για τη δημιουργία του Ρωσικού Μουσείου στην Αγία Πετρούπολη υπεγράφη το 1895, κατόπιν επιθυμίας του πατέρα του, Αλεξάνδρου Γ΄, και εις μνήμην του τελευταίου.
Η ανάγκη δημιουργίας ενός τέτοιου μουσείου εξεταζόταν πολύ πριν την ημερομηνία των επίσημων εγκαινίων του το 1898, στο αγορασμένο ειδικά γι’ αυτό το σκοπό ανάκτορο Μιχάιλοβσκι.
Σήμερα, το Κρατικό Ρωσικό Μουσείο έχει μετατραπεί σε ένα μεγάλο δίκτυο έκθεσης τέχνης. Το 1914-1915 ο Λεόντι Μπενουά (αδελφός του γνωστού ζωγράφου της ένωσης «Κόσμος της τέχνης», Αλεξάντρ Μπενουά), ενσωμάτωσε στο κυρίως κτίριο μια νέα πτέρυγα, η οποία και φέρει το όνομά του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Ρωσικό Μουσείο προστέθηκαν ο πύργος Μιχάιλοβσκι (Ινζενέρνι) και τα ανάκτορα Μράμορνι και Στρογκάνοβσκι, ενώ με τη συνδρομή των Γερμανών συλλεκτών και αρωγών της τέχνης Πέτερ και Ιρένα Λούντβιχ, οι οποίοι δώρισαν έργα σύγχρονων καλλιτεχνών από διάφορες χώρες, το 1995 εμφανίστηκε ένα «μουσείο μέσα στο μουσείο», το επονομαζόμενο Λούντβιχ, που αφηγείται την παγκόσμια τέχνη του προηγούμενου αιώνα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στο Ρωσικό Μουσείο εντάχθηκαν ο Θερινός κήπος, το Θερινό ανάκτορο του Μεγάλου Πέτρου και το Σπιτάκι του Μεγάλου Πέτρου. Ενώ πρόσφατα, το μουσείο επεκτάθηκε και στην Ευρώπη, καθώς στις 25 Μαρτίου άνοιξε στη Μάλαγα της Ισπανίας το πρώτο του παράρτημα στο εξωτερικό.
Από τα πρώτα μουσειακά εκθέματα που μεταφέρθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα στο ανάκτορο Μιχάιλοβσκι, ήταν πίνακες από το Ερμιτάζ
Εκεί λοιπόν βρέθηκαν το «Ένατο κύμα» του Ιβάν Αϊβαζόβσκι και η «Τελευταία μέρα της Πομπηίας» του Καρλ Μπριουλόφ, έργα τα οποία αναφέρονται σε κάθε βιβλίο ιστορίας της ζωγραφικής τέχνης. Επίσης, στο μουσείο μεταφέρθηκαν έργα από τη συλλογή του Αλεξάνδρου Γ΄ οι οποίοι φυλάσσονταν στο Τσάρσκοε Σιλό, όπως και από την Ακαδημία Τεχνών (το 1922 παραδόθηκε στο Ρωσικό Μουσείο ολόκληρη η συλλογή της Ακαδημίας). Όταν η Ρωσική Αυτοκρατορία έπαψε να υφίσταται, από ιστορική ειρωνεία της τύχης, στο πρώην αυτοκρατορικό μουσείο πέρασαν όλα τα αντικείμενα που άλλοτε ανήκαν στην τσαρική οικογένεια και στον κύκλο της (για παράδειγμα, των Στρόγκανοφ και Σερεμέτιεφ), καθώς και έργα της μεσαιωνικής ρωσικής τέχνης από μοναστήρια.
Το να απαριθμήσει κανείς τα κορυφαία έργα, είναι ένα εγχείρημα που δεν έχει νόημα. Όμως, στον κατάλογο των έργων για τα οποία μπορεί να υπερηφανεύεται ιδιαίτερα το Ρωσικό Μουσείο, συγκαταλέγονται εκείνα των κυριότερων αγιογράφων, του Ανδρέα Ρουμπλιόφ (εικόνες από το εικονοστάσιο του Ναού της Κοιμήσεως στο Βλαντίμιρ) και του Διονυσίου (από το εικονοστάσιο του Ναού της Γεννήσεως της Θεοτόκου της Μονής του Αγίου Θεράποντος στην περιοχή Βολογκντά). Μόνιμα «διαμένουν» στο Ρωσικό Μουσείο και τα κατεξοχήν δείγματα της ρωσικής ρεαλιστικής ζωγραφικής, «Βαρκάρηδες του Βόλγα» του Ιλιά Ρέπιν, και το εντελώς διαφορετικής διάθεσης «Πορτρέτο της Ίντα Ρουμπινστάιν» του Βαλεντίν Σερόφ, το οποίο έχει βρεθεί σε εκθέσεις σε πολλές χώρες, από την Ελβετία μέχρι τις ΗΠΑ.
Από τότε, η προσοχή του μουσείου όσον αφορά τη συγκέντρωση έργων, επικεντρώθηκε και στη σύγχρονη τέχνη, από το συμβολισμό μέχρι την πρωτοπορία. Αργότερα, οι κληρονόμοι του Μαλέβιτς παρέδωσαν σε αυτό πολλές δουλείες του, (το Ρωσικό Μουσείο διαθέτει 156), μέρος των οποίων περιόδευσε στις πρόσφατες εκθέσεις Stedelijk στο Άμστερνταμ και Tate Modern στο Λονδίνο. Εδώ επίσης, ύστερα από το θάνατο στο πολιορκημένο Λένινγκραντ του διάσημου ζωγράφου της πρωτοπορίας και θεωρητικού της τέχνης, Πάβελ Φιλόνοφ, έφερε τα έργα και τα γραπτά του -κυριολεκτικά σώζοντάς τα- η αδελφή του καλλιτέχνη.
Η συλλογή, η οποία έχει ξεπεράσει τα 400 χιλ. εκθέματα, εξακολουθεί να εμπλουτίζεται και σήμερα. Το μουσείο ετοιμάζει αυτό το διάστημα την έκθεση «Δώρα και αποκτήματα», στην οποία θα παρουσιαστούν τα έργα που περιήλθαν στο Ρωσικό Μουσείο από το 1998 και ύστερα. Μεταξύ αυτών, θα υπάρχουν έργα του προσωπογράφου Βλαντίμιρ Μποροβίτσκι, του γλύπτη Μαρκ Αντοκόλσκι, της ζωγράφου της πρωτοπορίας Νατάλια Γκοντσαρόβα και του εκλιπόντος πριν από δύο χρόνια αντικομφορμιστή Ολέγκ Βασίλιεφ.
Πηγή: rbth.com
Η ανάγκη δημιουργίας ενός τέτοιου μουσείου εξεταζόταν πολύ πριν την ημερομηνία των επίσημων εγκαινίων του το 1898, στο αγορασμένο ειδικά γι’ αυτό το σκοπό ανάκτορο Μιχάιλοβσκι.
Σήμερα, το Κρατικό Ρωσικό Μουσείο έχει μετατραπεί σε ένα μεγάλο δίκτυο έκθεσης τέχνης. Το 1914-1915 ο Λεόντι Μπενουά (αδελφός του γνωστού ζωγράφου της ένωσης «Κόσμος της τέχνης», Αλεξάντρ Μπενουά), ενσωμάτωσε στο κυρίως κτίριο μια νέα πτέρυγα, η οποία και φέρει το όνομά του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Ρωσικό Μουσείο προστέθηκαν ο πύργος Μιχάιλοβσκι (Ινζενέρνι) και τα ανάκτορα Μράμορνι και Στρογκάνοβσκι, ενώ με τη συνδρομή των Γερμανών συλλεκτών και αρωγών της τέχνης Πέτερ και Ιρένα Λούντβιχ, οι οποίοι δώρισαν έργα σύγχρονων καλλιτεχνών από διάφορες χώρες, το 1995 εμφανίστηκε ένα «μουσείο μέσα στο μουσείο», το επονομαζόμενο Λούντβιχ, που αφηγείται την παγκόσμια τέχνη του προηγούμενου αιώνα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στο Ρωσικό Μουσείο εντάχθηκαν ο Θερινός κήπος, το Θερινό ανάκτορο του Μεγάλου Πέτρου και το Σπιτάκι του Μεγάλου Πέτρου. Ενώ πρόσφατα, το μουσείο επεκτάθηκε και στην Ευρώπη, καθώς στις 25 Μαρτίου άνοιξε στη Μάλαγα της Ισπανίας το πρώτο του παράρτημα στο εξωτερικό.
Η Ρωσία ανά τους αιώνες
Βαλεντίν Σερόφ, "Η αρπαγή της Ευρώπης". Πηγή: Google Art Project |
Εκεί λοιπόν βρέθηκαν το «Ένατο κύμα» του Ιβάν Αϊβαζόβσκι και η «Τελευταία μέρα της Πομπηίας» του Καρλ Μπριουλόφ, έργα τα οποία αναφέρονται σε κάθε βιβλίο ιστορίας της ζωγραφικής τέχνης. Επίσης, στο μουσείο μεταφέρθηκαν έργα από τη συλλογή του Αλεξάνδρου Γ΄ οι οποίοι φυλάσσονταν στο Τσάρσκοε Σιλό, όπως και από την Ακαδημία Τεχνών (το 1922 παραδόθηκε στο Ρωσικό Μουσείο ολόκληρη η συλλογή της Ακαδημίας). Όταν η Ρωσική Αυτοκρατορία έπαψε να υφίσταται, από ιστορική ειρωνεία της τύχης, στο πρώην αυτοκρατορικό μουσείο πέρασαν όλα τα αντικείμενα που άλλοτε ανήκαν στην τσαρική οικογένεια και στον κύκλο της (για παράδειγμα, των Στρόγκανοφ και Σερεμέτιεφ), καθώς και έργα της μεσαιωνικής ρωσικής τέχνης από μοναστήρια.
Το να απαριθμήσει κανείς τα κορυφαία έργα, είναι ένα εγχείρημα που δεν έχει νόημα. Όμως, στον κατάλογο των έργων για τα οποία μπορεί να υπερηφανεύεται ιδιαίτερα το Ρωσικό Μουσείο, συγκαταλέγονται εκείνα των κυριότερων αγιογράφων, του Ανδρέα Ρουμπλιόφ (εικόνες από το εικονοστάσιο του Ναού της Κοιμήσεως στο Βλαντίμιρ) και του Διονυσίου (από το εικονοστάσιο του Ναού της Γεννήσεως της Θεοτόκου της Μονής του Αγίου Θεράποντος στην περιοχή Βολογκντά). Μόνιμα «διαμένουν» στο Ρωσικό Μουσείο και τα κατεξοχήν δείγματα της ρωσικής ρεαλιστικής ζωγραφικής, «Βαρκάρηδες του Βόλγα» του Ιλιά Ρέπιν, και το εντελώς διαφορετικής διάθεσης «Πορτρέτο της Ίντα Ρουμπινστάιν» του Βαλεντίν Σερόφ, το οποίο έχει βρεθεί σε εκθέσεις σε πολλές χώρες, από την Ελβετία μέχρι τις ΗΠΑ.
Η τέχνη του αύριο
Το 1926 το Ρωσικό Μουσείο απέκτησε τμήμα με τις νεότερες τάσεις και στη δικαιοδοσία του πέρασε ουσιαστικά εξ ολοκλήρου η συλλογή του Μουσείου Τέχνης και Πολιτισμού που είχαν δημιουργήσει καλλιτέχνες της πρωτοπορίας και το οποίο είχαν κλείσει οι μπολσεβίκοι. Πετροφ-Βότκιν, "Θεοτόκος", 1914-1915 |
Η συλλογή, η οποία έχει ξεπεράσει τα 400 χιλ. εκθέματα, εξακολουθεί να εμπλουτίζεται και σήμερα. Το μουσείο ετοιμάζει αυτό το διάστημα την έκθεση «Δώρα και αποκτήματα», στην οποία θα παρουσιαστούν τα έργα που περιήλθαν στο Ρωσικό Μουσείο από το 1998 και ύστερα. Μεταξύ αυτών, θα υπάρχουν έργα του προσωπογράφου Βλαντίμιρ Μποροβίτσκι, του γλύπτη Μαρκ Αντοκόλσκι, της ζωγράφου της πρωτοπορίας Νατάλια Γκοντσαρόβα και του εκλιπόντος πριν από δύο χρόνια αντικομφορμιστή Ολέγκ Βασίλιεφ.
Πηγή: rbth.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου