Οι εγκληματίες δήθεν σύμμαχοι σκότωσαν χιλιάδες Έλληνες και οι νεκροί δεν έχουν βρει έστω την ηθική δικαίωση με την καταδίκη των εγκληματιών. Δεν επρόκειτο για πολεμική ενέργεια, διότι στο λιμάνι του Πειραιά ουδεμία ζημιά του προκάλεσαν, αλλά προσχεδιασμένη εγκληματική επίθεση εναντίον του λαού μας για να τον εκφοβίσουν.
Ο κατοχικός πρωθυπουργός Γεώργιος Ι. Ράλλης διαμαρτυρήθηκε με την δήλωση:
Mόνο σ’ ένα καταφύγιο που βομβαρδίστηκε, βρέθηκαν νεκρά 80 νεαρά κορίτσια της Επαγγελματικής Σχολής, που προσπάθησαν ν’ αποφύγουν τον θάνατο.
Κατά τον βομβαρδισμό δεν επλήγησαν δημόσια κτίρια ή εγκαταστάσεις των Γερμανών αλλά εργατικές συνοικίες και εκκλησίες! Φαίνεται ότι αυτό ακριβώς επιζητούσαν οι Βρετανοί και οι Σύμμαχοι: να προκαλέσουν θύματα, να σπείρουν τον πανικό και την ανασφάλεια και να δημιουργήσουν τέτοιες καταστροφές, ώστε να εξεγερθούν οι πολίτες κατά των Γερμανών, που όφειλαν βάσει των διεθνών νόμων να παράσχουν προστασία και ασφάλεια στον πληθυσμό. Η τακτική αυτή εφαρμόστηκε και σε άλλους μαζικούς βομβαρδισμούς στην Ελλάδα (Ζάκυνθο, Βόλο, Χίο κ.α.), όπου και πάλι τα θύματα ήταν Έλληνες πολίτες και γυναικόπαιδα. Στην περίπτωση μάλιστα του βομβαρδισμού της Χίου τον Φεβρουάριο του 1944, ο άμεσος στόχος ήταν τότε το σουηδικό πλοίο «Βίριλ» του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, την ώρα που ξεφόρτωνε τρόφιμα και ενώ είχαν συγκεντρωθεί στο λιμάνι της Χίου εκατοντάδες γυναικόπαιδα.
Ακόμη και η εξόριστη Κυβέρνηση Τσουδερού από το Κάιρο διαμαρτυρήθηκε τότε έντονα εναντίον εκείνων που αποφάσισαν να πλήξουν τον λαό του Πειραιά, ωστόσο ποτέ δεν έλαβε μια σαφή εξήγηση για το ποιος ακριβώς ευθυνόταν για εκείνη την ενέργεια. Οι μεταπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις ενδιαφέρθηκαν να ερευνήσουν την υπόθεση και τα εκατοντάδες θύματα του βομβαρδισμού καταχωρήθηκαν απλά ως «θύματα της γερμανικής Κατοχής».
Ο ναός της Αγίας Τριάδος χτίστηκε το 1850. Το μεσημέρι της 11ης Ιανουαρίου του 1944 βομβαρδίστηκε από τους συμμάχους και κατεστράφη. Για τρεις ώρες, από τις 12 το μεσημέρι (ώρα που ο κόσμος βρισκόταν στους δρόμους), τα “συμμαχικά”αεροπλάνα, έκαναν στάχτη την πόλη. Στους δρόμους σκορπισμένα πτώματα, φριχτές εικόνες ακρωτηριασμένων παιδιών. Οι δρόμοι κλεισμένοι από ξύλα, κεραμίδια από τις στέγες, αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και λάκκοι, που είχαν ανοίξει οι βόμβες.
Τα θύματα υπολογίστηκαν σε 5.500: Σχεδόν όλοι Ελληνες, μόνον 8 ήταν οι νεκροί Γερμανοί στρατιώτες.
Δεν πρόκειται περί πολεμικής επιχειρήσεως, αλλά περί τρομοκρατικής επιθέσεως εναντίον του ελληνικού λαού του Πειραιώς, πεσόντος θύμα της βαρβάρου αυτής ενεργείας. Δεν εβομβαρδίσθησαν στόχοι στρατιωτικοί, αλλ’ αυτή η καρδιά της πόλεως του Πειραιώς. Καθ’ εκατοντάδας θρηνούμεν τα θύματα της εξάλλου αυτής πράξεως των επιδρομέων. Εκκλησίαι, εν αις και ο καθεδρικός ναός, δημόσια και κοινωφελή ιδρύματα, ιδιωτικαί κατοικίαι και γραφεία εβλήθησαν μετά λύσσης και ασφαλώς εκ προμελέτης… Ρηγνύω κραυγήν διαμαρτυρίας ενώπιον της Ανθρωπότητος δια το επιτελεσθέν πρωτάκουστον ανοσιούργημα, το οποίον δεν είναι δυνατόν να αφεθή αστιγμάτιστον όταν σημάνη η ώρα της δικαιοσύνης».
Ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης έγραψε για τον βομβαρδισμό του Πειραιά:
«Στις 11 Ιανουαρίου του 1944 βομβαρδίστηκε από συμμαχικά αεροπλάνα ο Πειραιάς και οι γύρω συνοικισμοί, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν χιλιάδες και να τραυματιστούν ακόμη περισσότεροι Έλληνες.
Στο λιμάνι προξενήθηκαν ελάχιστες ζημιές και την άλλη μέρα σε ομιλία του από το ραδιοσταθμό των Αθηνών ο πατέρας μου (ενν. ο κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης) καταδίκασε την πρωτοφανή σε αγριότητα επιδρομή… Για την ενέργεια αυτή των συμμαχικών αεροπλάνων διαμαρτυρήθηκε έντονα, χαρακτηρίζοντας την «πρωτάκουστο κακούργημα». Τις φράσεις αυτές ο σταθμός του Καΐρου τις θεώρησε προδοτικές και την ίδια γνώμη είχαν και οι δικαστές που καταδίκασαν τον πατέρα μου. Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, αντί να εκφράσει τη λύπη της για την άστοχη ενέργεια που προκάλεσε τόσα θύματα, επιτέθηκε εναντίον του πάτερα μου ανακοινώνοντας ταυτόχρονα ότι η επιχείρηση ήταν «επιτυχής».
Κατά τον βομβαρδισμό δεν επλήγησαν δημόσια κτίρια ή εγκαταστάσεις των Γερμανών αλλά εργατικές συνοικίες και εκκλησίες! Φαίνεται ότι αυτό ακριβώς επιζητούσαν οι Βρετανοί και οι Σύμμαχοι: να προκαλέσουν θύματα, να σπείρουν τον πανικό και την ανασφάλεια και να δημιουργήσουν τέτοιες καταστροφές, ώστε να εξεγερθούν οι πολίτες κατά των Γερμανών, που όφειλαν βάσει των διεθνών νόμων να παράσχουν προστασία και ασφάλεια στον πληθυσμό. Η τακτική αυτή εφαρμόστηκε και σε άλλους μαζικούς βομβαρδισμούς στην Ελλάδα (Ζάκυνθο, Βόλο, Χίο κ.α.), όπου και πάλι τα θύματα ήταν Έλληνες πολίτες και γυναικόπαιδα. Στην περίπτωση μάλιστα του βομβαρδισμού της Χίου τον Φεβρουάριο του 1944, ο άμεσος στόχος ήταν τότε το σουηδικό πλοίο «Βίριλ» του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, την ώρα που ξεφόρτωνε τρόφιμα και ενώ είχαν συγκεντρωθεί στο λιμάνι της Χίου εκατοντάδες γυναικόπαιδα.
Ο ναός της Αγίας Τριάδος χτίστηκε το 1850. Το μεσημέρι της 11ης Ιανουαρίου του 1944 βομβαρδίστηκε από τους συμμάχους και κατεστράφη. Για τρεις ώρες, από τις 12 το μεσημέρι (ώρα που ο κόσμος βρισκόταν στους δρόμους), τα “συμμαχικά”αεροπλάνα, έκαναν στάχτη την πόλη. Στους δρόμους σκορπισμένα πτώματα, φριχτές εικόνες ακρωτηριασμένων παιδιών. Οι δρόμοι κλεισμένοι από ξύλα, κεραμίδια από τις στέγες, αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα και λάκκοι, που είχαν ανοίξει οι βόμβες.
Τα θύματα υπολογίστηκαν σε 5.500: Σχεδόν όλοι Ελληνες, μόνον 8 ήταν οι νεκροί Γερμανοί στρατιώτες.
Ανάμεσα στις χιλιάδες των θυμάτων της μέρας εκείνης, συγκαταλέγονται και 85 μαθήτριες μαζί με τις 15 δασκάλες τους της Δημοτικής Οικοκυρικής και Επαγγελματικής Σχολής Πειραιά, που καταπλακώθηκαν στο καταφύγιο του κτιρίου της Ηλεκτρικής Εταιρείας. Ακόμη 200 μαθήτριες που πέθαναν από ασφυξία στηΓαλλική Σχολή, 70 άτομα στο εστιατόριο του Βίρβου, γωνία Ρέπουλη και Βασ. Κωνσταντίνου, στο κτίριο Ταβλαδωράκη με το “Κοντινένταλ” και αλλού.
Άθικτες έμειναν οι γερμανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Ναύσταθμου, το αεροδρόμιο, τα ναυπηγεία του Περάματος, μεταξύ αυτών και το μεγαλύτερο που κατασκεύαζε τσιμεντόπλοια για λογαριασμό των γερμανικών αρχών κατοχής.Πηγή:hellas-orthodoxy.blogspot.gr